- μελής
- Ονομασία ποταμού της Μικράς Ασίας κατά την αρχαιότητα. Βρισκόταν κοντά στην αρχαία Σμύρνη, γενέτειρα του Ομήρου σύμφωνα με την παράδοση, ο οποίος και επονομάστηκε Μελητιάδης ή Μελησιγενής. Μερικοί πίστευαν πως ο Όμηρος έγραψε τα έπη του σε σπήλαιο που βρισκόταν στις πηγές του ποταμού, ενώ άλλοι ισχυρίζονται ότι οι επωνυμίες αυτές του ποιητή δεν οφείλονταν στον ποταμό, αλλά στον ποτάμιο θεό Μέλητα, ο οποίος ερωτεύτηκε τη νύμφη Κρηθηίδα και της χάρισε ένα γιο, τον Όμηρο. Ο Μ. εικονίζεται σε νομίσματα, ενώ στην άλλη όψη εμφανίζεται η προτομή του ποιητή.
* * *(I)-ιά, -ί [μέλι]αυτός που έχει το χρώμα τού μελιού.————————(II)μελῆς, -ῆτος, ὁ (Α)(στον Διοσκουρίδη) το φυτό δίψακος.
Dictionary of Greek. 2013.